του Αλμπάνο Νούνες
“O Militante” – Τεύχος 373 – Ιούλης/Αύγουστος 2021
μετ. Θοδωρής Νασόπουλος
Το Κομμουνιστικό Κόμμα Κίνας (ΚΚΚ), που ιδρύθηκε στη Σαγκάη την 1η Ιουλίου 1921, γιορτάζει φέτος την εκατοστή του επέτειο. Κατά τη διάρκεια της εκατονταετούς ιστορίας του, σε μια βαθιά πρωτότυπη διαδικασία που περιλάμβανε έναν σκληρό και παρατεταμένο ένοπλο απελευθερωτικό αγώνα, οι Κινέζοι κομμουνιστές κέρδισαν την υποστήριξη του λαού τους, νίκησαν τη φεουδαρχική αντίδραση και τον Ιάπωνα ιμπεριαλιστή κατακτητή και κατέκτησαν την εξουσία. Την 1η Οκτωβρίου 1949, ο Μάο Τσετούνγκ ανακήρυξε στο Πεκίνο τη Λαϊκή Δημοκρατία της Κίνας (ΛΔΚ), το σημαντικότερο επαναστατικό γεγονός του 20ού αιώνα μετά την Οκτωβριανή Επανάσταση και τη δημιουργία της ΕΣΣΔ[1].
Έκτοτε, η Κίνα, υπό την ηγεσία του Κομμουνιστικού Κόμματος Κίνας, σημείωσε μεγάλες επιτυχίες στην οικονομική, κοινωνική, πολιτιστική και επιστημονική της ανάπτυξη, οι οποίες κατέστησαν τη μεγάλη αυτή χώρα παράγοντα με επιρροή και κύρος στη διεθνή σκηνή.
Επιτυχίες που μπορούν να κατανοηθούν και να αξιολογηθούν σωστά μόνο λαμβάνοντας υπόψη την ιστορία, το μέγεθος, την εθνοτική ποικιλομορφία, τη μεγάλη καθυστέρηση και την κατάσταση εθνικής καταπίεσης και ταπείνωσης στην οποία βρισκόταν η Κίνα την εποχή της ίδρυσης του ΚΚΚ, μετά τους “πολέμους του οπίου” και τις άνισες συνθήκες που είχαν επιβάλει οι ιμπεριαλιστικές δυνάμεις.
Επιτυχίες που σημειώθηκαν παρά τις μεγάλες αναταραχές, ασφαλώς επειδή το λάβαρο του σοσιαλισμού και ιστορικά συνθήματα όπως «μόνο ο σοσιαλισμός μπορεί να σώσει την Κίνα» και «υπηρετήστε το λαό!» κυριάρχησαν στον προσανατολισμό των Κινέζων κομμουνιστών.
Επιτυχίες που δεν πρέπει να μας κάνουν να ξεχάσουμε την εχθρότητα στην οποία υποβλήθηκε και υποβάλλεται η Λαϊκή Δημοκρατία της Κίνας από τον ιμπεριαλισμό.
● ● ●
Η νίκη της κινεζικής επανάστασης αντιπροσώπευε μια τρομερή κραυγή απελευθέρωσης από τα δεσμά της «φεουδαρχίας, του γραφειοκρατικού καπιταλισμού και του ιμπεριαλισμού» (όπως την όρισαν οι ίδιοι οι Κινέζοι σύντροφοι) και επέφερε σοβαρό πλήγμα στις αξιώσεις του ιμπεριαλισμού για παγκόσμια κυριαρχία, ο οποίος, ηττημένος πριν από τέσσερα χρόνια στον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο στην πιο τρομοκρατική εκδοχή του, τον ναζισμό-φασισμό, ανέκαμπτε υπό την ηγεμονία των ΗΠΑ, εφαρμόζοντας την πολιτική της «ανάσχεσης του κομμουνισμού» και εξαπολύοντας τον «ψυχρό πόλεμο».
Η εχθρότητα του ιμπεριαλισμού απέναντι στη Λαϊκή Δημοκρατία της Κίνας ήταν ευθεία και ολομέτωπη. Αποφασιστική υποστήριξη της φασιστικής κλίκας του Τσανγκ Κάι Σεκ και προστασία του καταφυγίου του στο νησί της Ταϊβάν, που μετατράπηκε σε βάση αντιπερισπασμού και προβοκάτσιας κατά της Λαϊκής Κίνας. Ξέσπασμα του πολέμου της Κορέας (1950-53), που στρεφόταν ταυτόχρονα κατά της επαναστατικής Κορέας, της ΕΣΣΔ και της Κίνας. Μη αναγνώριση της ΛΔΚ, δίνοντας στην Ταϊβάν, που καταχρηστικά ονομάστηκε «Δημοκρατία της Κίνας», τη θέση του αντιπροσώπου της Κίνας στον ΟΗΕ, κατάσταση που διορθώθηκε μόλις το 1971. Αυτό το μίσος για την κινεζική επανάσταση και για ό,τι αυτή αντιπροσωπεύει στο πλαίσιο του αντιιμπεριαλιστικού αγώνα και της επαναστατικής υπέρβασης του καπιταλισμού, παραμένει σήμερα στο επίκεντρο της πολιτικής των ΗΠΑ, γι’ αυτό και η κυβέρνηση Μπάιντεν έχει δεσμευτεί να σύρει τους στενότερους συμμάχους της (ΝΑΤΟ, Αυστραλία, Ιαπωνία) στην εξαιρετικά επικίνδυνη κλιμάκωση της αντιπαράθεσής της με την Κίνα.
Δεν ήταν πάντα έτσι. Εκμεταλλευόμενες δραματικές διαφωνίες, οι ΗΠΑ προσπάθησαν να παίξουν (και πράγματι έπαιξαν) «το κινεζικό χαρτί» εναντίον της Σοβιετικής Ένωσης και του διεθνούς κομμουνιστικού κινήματος. Και μετά τη στροφή του 1978 προς την πολιτική της «μεταρρύθμισης και του ανοίγματος» υπό την ηγεσία του Ντενγκ Σιάο Πινγκ, έφτασαν να πιστεύουν σε μια «φιλελευθεροποιητική» παρέκκλιση που θα εκτρέψει την Κίνα από το δρόμο του σοσιαλισμού, και θα επιφέρει αυτό που οι Κινέζοι σύντροφοι αποκαλούν «ειρηνική εξέλιξη». Αλλά μπροστά στην επιβεβαίωση της σοσιαλιστικής επιλογής και στην ορμητική εσωτερική ανάπτυξη και την αυξανόμενη καταξίωση της Κίνας στη διεθνή σκηνή, κηρύσσουν έναν πραγματικό πόλεμο κατά της Κίνας σε όλα τα μέτωπα, χαρακτηρίζοντάς την ρητά «στρατηγικό αντίπαλο» και «απειλή ασφάλειας» για τις ΗΠΑ.
● ● ●
Η Κίνα, η οποία για αιώνες ήταν ο πιο προηγμένος πολιτισμός στον κόσμο, βρισκόταν στις αρχές του 20ού αιώνα σε μια κατάσταση μεγάλης οικονομικής και κοινωνικής καθυστέρησης και ταπεινωτικής εθνικής υποταγής. Η εκ νέου ανόρθωση της Κίνας, η ενοποίηση αυτής της τεράστιας χώρας και η απελευθέρωσή της από την ιμπεριαλιστική κυριαρχία ήταν ο στόχος που, μετά από μεγάλους αγροτικούς αγώνες, τέθηκε από την αστική δημοκρατική επανάσταση υπό την ηγεσία του Σουν Γιατ-Σεν, ο οποίος ανέτρεψε τη δυναστεία των Τσινγκ το 1911. Ένας στόχος που αγκάλιασε η νέα γενιά με ισχυρούς φοιτητικούς αγώνες, που είχε το εργατικό κίνημα και τον αγώνα υπό την ηγεσία των Κινέζων κομμουνιστών ως μεγάλο πρωταγωνιστή, και που κατέληξε στην ίδρυση της ΛΔΚ. Μόνο στο ιστορικό της πλαίσιο μπορούμε να αξιολογήσουμε σωστά την πρωτότυπη και πολύπλοκη πορεία που διένυσε ο κινεζικός λαός, τόσο πριν όσο και μετά το 1949, και να κατανοήσουμε τις ιδιαιτερότητες του κινεζικού αναπτυξιακού «μοντέλου».
Υπάρχουν κάποιοι που αποδίδουν την ορμητική οικονομική ανάπτυξη της Κίνας αποκλειστικά στην πολιτική «μεταρρύθμισης και ανοίγματος» που ξεκίνησε το 1979, η οποία, με το άνοιγμα στην ιδιωτική ιδιοκτησία, το ξένο κεφάλαιο και την αξιοποίηση των μηχανισμών της αγοράς, ευνόησε την ανάπτυξη των παραγωγικών δυνάμεων. Γι’ αυτούς, η αξία των μεγάλων επιτευγμάτων της Κίνας έγκειται αποκλειστικά στα καπιταλιστικά στοιχεία του κινεζικού οικονομικού μοντέλου. Η αλήθεια, ωστόσο, είναι ότι οι σοσιαλιστικοί μετασχηματισμοί που αρχικά εμπνεύστηκαν από τη σοβιετική εμπειρία και αναλήφθηκαν με μεγάλη λαϊκή κινητοποίηση και ενθουσιασμό -δηλαδή η κρατική ιδιοκτησία, ο κεντρικός σχεδιασμός, η μεταρρύθμιση της γης- ήταν ουσιώδεις για την ενίσχυση της λαϊκής υποστήριξης της πολιτικής εξουσίας και επέτρεψαν την επιτυχία της νέας πολιτικής. Και αυτό παρά το «Μεγάλο Άλμα προς τα Εμπρός» και την τραγωδία της «Πολιτιστικής Επανάστασης» (1966/76). Ανάμεσα στις εξαιρετικές προόδους που σημείωσε γρήγορα η Κίνα στον οικονομικό, κοινωνικό και πολιτιστικό τομέα, ένα παράδειγμα είναι ιδιαίτερα χαρακτηριστικό: η αύξηση του προσδόκιμου ζωής από κάτω από 40 σε 77,5 έτη, σύμφωνα με τα στοιχεία του UNDP (Πρόγραμμα των Ηνωμένων Εθνών για την Ανάπτυξη).
● ● ●
Η Κίνα, η οποία την εποχή της επανάστασης είχε περίπου 500 εκατομμύρια κατοίκους, σήμερα έχει 1,4 δισεκατομμύρια και είναι η πολυπληθέστερη χώρα στον κόσμο. Ξεκινώντας από μια κατάσταση μεγάλης καθυστέρησης, η επιτυχής διακυβέρνηση μιας χώρας τέτοιου μεγέθους, τέτοιας εθνοτικής και θρησκευτικής ποικιλομορφίας και με τέτοια δημογραφική έκρηξη αποτελεί από μόνη της ένα εξαιρετικό επίτευγμα. Ειδικά όταν επιτυγχάνεται με τους υψηλότερους ρυθμούς οικονομικής ανάπτυξης στον κόσμο[2] και, παρά τις ανισορροπίες, με αναγνωρισμένες επιτυχίες στον κοινωνικό τομέα με αυξανόμενη άνοδο του βιοτικού επιπέδου του λαού.
Η Κίνα έχει δημιουργήσει μια ισχυρή βιομηχανική βάση και έχει εξοπλιστεί με σύγχρονες υποδομές και συστήματα μεταφορών. Μεγάλη πρόοδος έχει σημειωθεί στην εκπαίδευση, τον πολιτισμό, την επιστήμη και τις πιο προηγμένες τεχνολογίες πληροφορικής και επικοινωνιών. Η δέσμευση για την επίλυση των περιβαλλοντικών προβλημάτων (η Κίνα είναι ο μεγαλύτερος παραγωγός ανανεώσιμων πηγών ενέργειας) αναγνωρίζεται παγκοσμίως. Η εποχή κατά την οποία η Κίνα θεωρούνταν από τον καπιταλισμό ως πηγή «φτηνής, χωρίς δικαιώματα εργασίας» και ουσιαστικά ως παραγωγός αγαθών χαμηλής προστιθέμενης αξίας με εξαγωγικό προσανατολισμό ανήκει στο παρελθόν. Σήμερα, η κινεζική οικονομία βασίζεται όλο και περισσότερο σε τεχνολογίες αιχμής και, σύμφωνα με την πρόσφατη θεωρία της «διπλής κυκλοφορίας», η εσωτερική αγορά (και όχι πλέον οι εξαγωγές) έχει καταστεί ο κυρίαρχος παράγοντας ανάπτυξης.
Ταυτόχρονα, η Κίνα εξακολουθεί να θεωρεί τον εαυτό της αναπτυσσόμενη χώρα. Ενώ από την άποψη του ΑΕΠ σε ισοτιμία αγοραστικής δύναμης η Κίνα είναι ήδη η πρώτη δύναμη στον κόσμο, το κατά κεφαλήν ΑΕΠ της εξακολουθεί να είναι πολύ χαμηλό. Υπάρχουν μεγάλες διαφορές στην ανάπτυξη μεταξύ των ακτών και της ενδοχώρας και μεταξύ των συνθηκών διαβίωσης στην πόλη και την ύπαιθρο. Αυτά είναι αναγνωρισμένα προβλήματα που επιχειρείται να επιλυθούν. Το γεγονός ότι η Κίνα έβγαλε 800 εκατομμύρια ανθρώπους από την ακραία φτώχεια, βάζοντας τέλος σε μια μάστιγα αιώνων, αποτελεί ιστορικό επίτευγμα διεθνούς κλίμακας.
Το ΚΚΚ ορίζει τον προσανατολισμό του ως την «οικοδόμηση του σοσιαλισμού με κινεζικά χαρακτηριστικά», μια πρωτότυπη πορεία που ισχυρίζεται ότι είναι αποτέλεσμα της «εφαρμογής του μαρξισμού στις συγκεκριμένες συνθήκες της Κίνας» και των διδαγμάτων που αντλήθηκαν από προηγούμενες εμπειρίες οικοδόμησης του σοσιαλισμού. Ορίζει το κινεζικό οικονομικό μοντέλο ως μια «σοσιαλιστική οικονομία της αγοράς» στην οποία, υπό την ηγεσία του Κόμματος, υπάρχει ένα καθεστώς μικτής οικονομίας στο οποίο ο δημόσιος τομέας διαδραματίζει καθοριστικό ρόλο παράλληλα με έναν μεγάλο ιδιωτικό τομέα που είναι ανοικτός στο ξένο κεφάλαιο.
Το ΚΚΚ θεωρεί ότι, δεδομένων των συγκεκριμένων συνθηκών της Κίνας, υπάρχει ακόμη πολύς δρόμος να διανυθεί στη διαδικασία της σοσιαλιστικής οικοδόμησης, ότι η χώρα βρίσκεται ακόμη στην «πρωταρχική φάση» του σοσιαλισμού, αλλά με τις επιτυχίες των τελευταίων ετών έχει εισέλθει σε μια «νέα εποχή», με την Κίνα στο δρόμο για να γίνει μια «σύγχρονη σοσιαλιστική χώρα», θέτοντας τους ακόλουθους στόχους: το 2021 (εκατονταετηρίδα του Κόμματος), «την οικοδόμηση μιας σχετικά ευημερούσας κοινωνίας» και το 2049 (εκατονταετηρίδα της επανάστασης) «τη μετατροπή της Κίνας σε μια σύγχρονη, ευημερούσα, δημοκρατική, πολιτισμένη και αρμονική σοσιαλιστική χώρα».
Δεν αποτελεί έκπληξη το γεγονός ότι η κινεζική εμπειρία θέτει πρωτοφανή προβλήματα προς επίλυση και αντιφάσεις που πρέπει να ξεπεραστούν. Ιδιαίτερα σημαντικά, κατά τη γνώμη μας, είναι τα ζητήματα που αφορούν την ανάπτυξη της ιδιωτικής ιδιοκτησίας[3] και το άνοιγμα του χρηματοπιστωτικού τομέα στο ξένο κεφάλαιο, παρόλο που το κράτος κρατά τους βασικούς μοχλούς της οικονομίας και η δημόσια ιδιοκτησία είναι κυρίαρχη˙ η αυξανόμενη κοινωνική διαστρωμάτωση, παρά τη γενική άνοδο του βιοτικού επιπέδου, με το σχηματισμό μιας μεγάλης αστικής τάξης (με ένα πολύ πλούσιο στρώμα) και την αύξηση των κοινωνικών ανισοτήτων· η ιδεολογική επιρροή που μεταφέρουν οι έντονες σχέσεις με τον καπιταλιστικό κόσμο· και, σε ένα άλλο επίπεδο, οι προκλήσεις που θέτουν οι διεθνείς σχέσεις που, οριζόμενες ως σχέσεις «ειρηνικής συνύπαρξης», συνεπάγονται ταυτόχρονα πολύπλοκους δεσμούς αλληλεξάρτησης με τις μεγάλες καπιταλιστικές δυνάμεις.
Σε ένα γενικό πλαίσιο μεγάλων προόδων, αυτά είναι θέματα που εγείρουν εύλογα ερωτήματα. Όταν, όπως είπε ο Σι Τζιπίνγκ στο 19ο Συνέδριο του ΚΚΚ, η κύρια αντίφαση δεν αφορά πλέον την καθυστέρηση των παραγωγικών δυνάμεων, αλλά είναι «μεταξύ της ανισόρροπης και ανεπαρκούς ανάπτυξης και των ολοένα αυξανόμενων αναγκών του λαού», και επισημαίνεται η μεγάλη πρόκληση της υπέρβασής της, σίγουρα πρόκειται για ζητήματα τέτοιου είδους επί των οποίων γίνεται η αναφορά. Έχουμε εμπιστοσύνη ότι το ΚΚΚ, επιμένοντας στην ενίσχυση του ηγετικού του ρόλου και παραμένοντας πιστό στο σύνθημα της «υπηρέτησης του λαού», θα συνεχίσει στο δρόμο της οικοδόμησης μιας κοινωνίας που θα είναι απαλλαγμένη τελικά από την ταξική εκμετάλλευση.
● ● ●
Το γεγονός ότι τα επιτεύγματα και η διεθνής προβολή της Κίνας πραγματοποιήθηκαν κάτω από τη σημαία του σοσιαλισμού και ότι αμφισβητεί τις θριαμβολογίες περί «τέλους της ιστορίας» και «θανάτου του κομμουνισμού», είναι αφόρητο για τους ιδεολόγους της αστικής τάξης. Πόσο μάλλον όταν η δομική κρίση του καπιταλισμού βαθαίνει και η ιμπεριαλιστική υπερδύναμη των ΗΠΑ βρίσκεται αντιμέτωπη με την περιβόητη μείωση της επιρροής της στην παγκόσμια σκηνή.
Εξ ου και η αναταραχή και η εχθρότητα που προκαλούν οι επιτυχίες της ΛΔΚ στο ιμπεριαλιστικό στρατόπεδο. Εξ ου και η επικίνδυνη κλιμάκωση της αντιπαράθεσης των ΗΠΑ με την Κίνα αλλά και με τη Ρωσία και τη «στρατηγική εταιρική σχέση» μεταξύ των δύο αυτών χωρών. Χθες με την κυβέρνηση Τραμπ, σήμερα με αυτή του Μπάιντεν, η Κίνα κατηγορείται για τα πάντα: «αθέμιτος ανταγωνισμός» στην παγκόσμια αγορά, «διώξεις» και «γενοκτονία» εθνοτικών ομάδων, κολοσσιαίες δαπάνες για όπλα, χρέος τρίτων χώρων, ακόμη και για κυνική «διπλωματία των εμβολίων» στην υπηρεσία ιμπεριαλιστικής στρατηγικής παγκόσμιας κυριαρχίας.
Μια κλιμάκωση που επιχειρείται να δικαιολογηθεί από την απειλή που συνιστά η Κίνα και το ΚΚΚ για την ασφάλεια των ΗΠΑ και των συμμάχων τους στο ΝΑΤΟ και στην περιοχή Ασίας-Ειρηνικού. Μια επίθεση που αναπτύσσεται σε όλα τα επίπεδα, ιδεολογικό, πολιτικό, οικονομικό και στρατιωτικό, και η οποία περιλαμβάνει ανοιχτή παρέμβαση στις εσωτερικές υποθέσεις της Κίνας, συστηματική χειραγώγηση των μέσων ενημέρωσης, όπως σχετικά με το Χονγκ Κονγκ ή το Σιντζιάνγκ[4], επικίνδυνες προκλήσεις, όπως στρατιωτικές επιχειρήσεις στα Στενά της Ταϊβάν ή στη Θάλασσα της Νότιας Κίνας, και η οποία είναι ιδιαίτερα έντονη σε τεχνολογικό επίπεδο και στην προσπάθεια να διαταραχθούν οι αλυσίδες αξίας που εμπλέκουν την κινεζική παραγωγή.
Η ιμπεριαλιστική πολιτική «ανάσχεσης» της Κίνας απειλεί τον κόσμο με μια σύγκρουση τόσο τραγικών διαστάσεων, ώστε να ακούγονται ανήσυχες φωνές μέσα στην ίδια την άρχουσα τάξη, όπως αυτή του πρώην υπουργού Εξωτερικών των ΗΠΑ Χένρι Κίσινγκερ[5].
Εν τω μεταξύ, η Κίνα, λαμβάνοντας μέτρα για την ασφάλειά της και τονίζοντας την αποφασιστικότητά της να υπερασπιστεί την κυριαρχία της, την ακεραιότητα του συνόλου της κινεζικής επικράτειας, την ανάπτυξη και την κοινωνική πρόοδο, επιμένει στην πολιτική της ειρηνικής συνύπαρξης, της φιλίας και της συνεργασίας μεταξύ κυρίαρχων λαών και κρατών με ίσα δικαιώματα, και κατοχυρώνεται στη διεθνή σκηνή ως σημαντικός παράγοντας για τον περιορισμό του ιμπεριαλισμού, την πρόοδο και την ειρήνη. Το δίκτυο διμερών σχέσεων και οι πολυμερείς οργανισμοί συνεργασίας στους οποίους η Κίνα κατέχει σημαντική θέση – όπως στην περίπτωση των BRICS, του Οργανισμού Συνεργασίας της Σαγκάης ή πιο πρόσφατα της RCEP[6] – διαδραματίζουν σημαντικό ρόλο έναντι των οργανισμών που κυριαρχούνται από το μεγάλο χρηματιστικό κεφάλαιο και τις μεγάλες καπιταλιστικές δυνάμεις, όπως το ΔΝΤ ή η Παγκόσμια Τράπεζα. Οι αντιφατικές πτυχές της ενεργού συμμετοχής της στον διεθνή καταμερισμό εργασίας που ηγεμονεύεται από τον ιμπεριαλισμό δεν αναιρούν μια πραγματικότητα που αντικειμενικά έρχεται σε αντίθεση με την αρπακτική δράση των πολυεθνικών και τις νεοαποικιακές και επαναποικιοκρατικές πολιτικές των μεγάλων ιμπεριαλιστικών δυνάμεων, όπως στην περίπτωση του Φόρουμ Κίνας-Αφρικής. Το σχέδιο «Ζώνη και Δρόμος», γνωστότερο ως «Νέος Δρόμος του Μεταξιού», ενέχει μεγάλες δυνατότητες για την ανάπτυξη πιο δίκαιων και ισότιμων σχέσεων διεθνούς συνεργασίας.
● ● ●
Για πολλά χρόνια, λόγω των σοβαρών προβλημάτων στο διεθνές κομμουνιστικό κίνημα και διχαστικών ενεργειών της κινεζικής ηγεσίας, οι σχέσεις μεταξύ του Πορτογαλικού Κομμουνιστικού Κόμματος (ΠΚΚ) και του ΚΚΚ είχαν διακοπεί. Η κατάσταση αυτή ξεπεράστηκε από το 1985 και μετά, με μια υπεύθυνη διαδικασία αδελφικής προσέγγισης που περιελάμβανε μια έντονη ανταλλαγή αντιπροσωπειών, απαραίτητη για την καλύτερη αμοιβαία γνώση και κατανόηση. Τον Δεκέμβριο του 1986, στο πλαίσιο ενός ταξιδιού σε διάφορες χώρες της Ανατολής[7], ο Άλβαρο Κουνιάλ πραγματοποίησε την πρώτη του επίσκεψη στην Κίνα και τον Δεκέμβριο του 1988 αντιπροσωπεία του ΚΚΚ συμμετείχε στο ΧΙΙ Συνέδριο του ΠΚΚ, κατά το οποίο επιβεβαιώθηκε επίσημα η εξομάλυνση των σχέσεων μεταξύ των δύο κομμάτων[8]. Τον Μάρτιο του 1989, πραγματοποιήθηκε στο Μπαρέιρο Συγκέντρωση Φιλίας του ΠΚΚ και του ΚΚΚ, στην οποία μίλησαν ο Άλβαρο Κουνιάλ και ο Σονγκ Πινγκ, μέλος του Πολιτικού Γραφείου του ΚΚΚ.
Έκτοτε, στη βάση της πλήρους ανεξαρτησίας, της ειλικρίνειας και του αμοιβαίου σεβασμού, έχουν πραγματοποιηθεί πολυάριθμες ανταλλαγές που συνέβαλαν στην καλύτερη κατανόηση της πολύπλοκης κινεζικής πραγματικότητας και της πολιτικής του ΚΚΚ. Συγχαίροντας θερμά το ΚΚΚ με την ευκαιρία της εκατονταετίας από τη γέννησή του, επιβεβαιώνουμε την επιθυμία του ΠΚΚ να ενισχύσει τις φιλικές σχέσεις που υπάρχουν μεταξύ των δύο κομμάτων μας προς το συμφέρον της φιλίας μεταξύ των δύο λαών και χωρών μας και της ενίσχυσης του διεθνούς κομμουνιστικού και επαναστατικού κινήματος.
[1] Για την ίδρυση του Κομμουνιστικού Κόμματος της Κίνας, το ιστορικό του και τον ένοπλο απελευθερωτικό αγώνα που κατέληξε στην ίδρυση της Λαϊκής Δημοκρατίας της Κίνας, βλέπε «Η Κίνα 70 χρόνια μετά τη νίκη της επανάστασης» στο O Militante αρ. 362, Σεπτέμβριος/Οκτώβριος 2019.
[2] Μεταξύ 1978 και 2017, η μέση ετήσια αύξηση του ΑΕΠ ήταν 9,5%, πολύ υψηλότερη από τον παγκόσμιο μέσο όρο (2,9%) και τον μέσο όρο των ΗΠΑ (2,6%).
[3] Σε παγκόσμιο επίπεδο, η ιδιωτική πρωτοβουλία αντιπροσώπευε πάνω από το 60% του ΑΕΠ και πάνω από το 80% της αστικής απασχόλησης το 2018, η συντριπτική πλειονότητα των οποίων ήταν μικρές επιχειρήσεις).
[4] Μια ιδιαίτερα βίαιη και ύπουλη εκστρατεία που αποσκοπεί στη δικαιολόγηση των «κυρώσεων» με το πρόσχημα των «παραβιάσεων των ανθρωπίνων δικαιωμάτων» και ακόμη και της «γενοκτονίας». Ένα λάβαρο ενόψει της λεγόμενης «συνόδου κορυφής των δημοκρατιών» του Μπάιντεν. Για το θέμα αυτό, βλέπε το άρθρο «Η επίθεση στην Κίνα γύρω από το Σιντζιάνγκ» στην Avante! της 21ης Απριλίου 2021.
[5] «Οι Ηνωμένες Πολιτείες πρέπει να συνεννοηθούν με την Κίνα για μια νέα παγκόσμια τάξη που θα διασφαλίζει τη σταθερότητα, αλλιώς ο κόσμος θα αντιμετωπίσει μια επικίνδυνη περίοδο όπως αυτή που προηγήθηκε του Πρώτου Παγκοσμίου Πολέμου… Η κατάσταση είναι απείρως πιο επικίνδυνη από ό,τι ήταν τότε.» (Reuters news, 26.03.21).
[6] Η RCEP (Regional Comprehensive Economic Partnership· Περιφερειακή Ολοκληρωμένη Οικονομική Συνεργασία), είναι μια συμφωνία ελεύθερου εμπορίου στην οποία συμμετέχουν τα δέκα κράτη μέλη της ASEAN και η Αυστραλία, η Κίνα, η Ιαπωνία, η Νέα Ζηλανδία και η Νότια Κορέα και η οποία υπεγράφη το 2020.
[7] Βλέπε «Συνέντευξη με τον Άλβαρο Κουνιάλ κατά την επιστροφή του από το ταξίδι του στην Ανατολή» στο ένθετο της Avante! αριθ. 680, στις 8.01.87.
[8] «Η συμμετοχή στο Συνέδριό μας μιας άλλης αντιπροσωπείας αξίζει ιδιαίτερης μνείας: όχι μόνο για όλα όσα η μεγάλη σοσιαλιστική χώρα της αντιπροσωπεύει στον κόσμο, αλλά και επειδή για περισσότερα από είκοσι χρόνια οι σχέσεις μεταξύ των δύο κομμάτων μας είχαν διακοπεί, και επειδή, μετά από μια υπεύθυνη διαδικασία αδελφικής προσέγγισης, είναι η πρώτη φορά που αντιπροσωπεία του ΚΚΚ συμμετέχει σε συνέδριο του κόμματός μας, και επειδή είμαστε στην ευχάριστη θέση να πούμε ότι το γεγονός αυτό μαρτυρά ότι οι σχέσεις μεταξύ του Πορτογαλικού Κομμουνιστικού Κόμματος και του Κομμουνιστικού Κόμματος Κίνας έχουν εξομαλυνθεί πλήρως» (Άλβαρο Κουνιάλ στην εναρκτήρια ομιλία του XII Συνεδρίου του ΠΚΚ).
Μοιραστείτε το άρθρο
Warning: printf(): Too few arguments in /home/anasygkr/domains/anasygkrotisikk.gr/public_html/wp-content/themes/writers-portfolio/inc/template-tags.php on line 132