Πανόραμα της Λατινικής Αμερικής – Στο σταυροδρόμι μιας νέας εποχής

 

του Λουίς Καραπίνια

“O Militante” – Τεύχος 384 – Μάης/Ιούνης 2023

 

μετ. Θοδωρής Νασόπουλος

 

Σε μια ασταθή και ευμετάβλητη κατάσταση, η τάση σχετικής ανάκαμψης των προοδευτικών δυνάμεων της Λατινικής Αμερικής συνεχίστηκε κατά το τελευταίο έτος, με νέες προόδους και θριάμβους στο εκλογικό μέτωπο. Το αποκορύφωμα είναι η Βραζιλία και η νίκη του Λούλα στον δεύτερο γύρο των προεδρικών εκλογών, σε μια αμφίρροπη αναμέτρηση με το νεοφασιστικό σχέδιο που καθοδηγείται από την υποψηφιότητα του Μπολσονάρου. Επικεφαλής ενός ευρύτατου συνασπισμού αριστερών, δημοκρατικών και προοδευτικών δυνάμεων καθώς και διαφόρων δεξιών δυνάμεων και ρευμάτων, συμπεριλαμβανομένων τμημάτων που συμφώνησαν με το πραξικόπημα που οδήγησε το 2016 στην καθαίρεση της Ντίλμα Ρουσέφ, ο Λούλα ανέλαβε τον Ιανουάριο για τρίτη -όχι διαδοχική- θητεία επικεφαλής του Μεγάρου Πλανάλτο, και έγινε ο πολυνίκης πολιτικός της Βραζιλίας σε εκλογές με άμεση ψηφοφορία για τη θέση του προέδρου της Δημοκρατίας, της μεγαλύτερης οικονομίας της Λατινικής Αμερικής.

Επίσης, πρέπει να επισημανθεί η νίκη του Γκουστάβο Πέτρο και του συνασπισμού των αριστερών και δημοκρατικών δυνάμεων, του Ιστορικού Συμφώνου (Pacto Histórico), στις προεδρικές εκλογές στην Κολομβία, που νίκησε τον υποψήφιο της ολιγαρχίας και γύρισε σελίδα από την φθαρμένη ακροδεξιά κυβέρνηση του Ιβάν Ντούκε. Ένα άνευ προηγουμένου ιστορικό επίτευγμα στη χώρα της Νότιας Αμερικής, ακρογωνιαίο λίθο της παρεμβατικής στρατηγικής του αμερικανικού ιμπεριαλισμού στην περιοχή, η οποία εδώ και δεκαετίες υφίσταται την αιματηρή καταστολή και τη βία των κυρίαρχων τάξεων και την εγκληματική εξουσία του κολομβιανού ναρκοκράτους (η εκστρατεία δολοφονιών κοινωνικών ηγετών δεν έχει σταματήσει επί της σημερινής κυβέρνησης).

Η προηγούμενη χρονιά, το 2021, είχε κλείσει με μια μεγάλη επιτυχία για την Αριστερά της Λατινικής Αμερικής, με την εκλογή, τον Δεκέμβριο στη Χιλή, 30 χρόνια μετά το τέλος της στρατιωτικής δικτατορίας, του υποψήφιου προέδρου του μπλοκ “Εγκρίνω την Αξιοπρέπεια” (Apruebo Dignidad), Γκαμπριέλ Μπόριτς, ο οποίος κέρδισε τον Χοσέ Καστ, έναν ακροδεξιό πολιτικό ηγέτη και ανοιχτό υποστηρικτή του καθεστώτος Πινοσέτ, στον δεύτερο γύρο μιας εξαιρετικά πολωμένης εκλογικής αναμέτρησης. Πρόκειται για έναν θρίαμβο της Αριστεράς, πρωτοφανή από τη δολοφονία του Αλιέντε στο φασιστικό πραξικόπημα της 11ης Σεπτεμβρίου 1973, ο οποίος συνοδεύεται από την ενίσχυση των θέσεων σε θεσμικό επίπεδο του Κομμουνιστικού Κόμματος της Χιλής, βασικής πολιτικής δύναμης του εκλογικού μπλοκ από το οποίο προέκυψε η υποψηφιότητα του Μπόριτς[1].

Έτσι, σε κάθε μία από αυτές τις τρεις χώρες της Νότιας Αμερικής, οι κομμουνιστές δεν είναι μόνο μέρος των νικηφόρων εκλογικών συνασπισμών, αλλά και μέρος των εν ενεργεία[2] σημερινών κυβερνήσεων. Πρέπει να τονιστεί ότι οι εκλογικές και πολιτικές νίκες είναι άρρηκτα συνδεδεμένες με σημαντικές διαδικασίες αγώνα και κοινωνικής διαμαρτυρίας στις τρεις χώρες, όπως το μεγάλο κύμα διαμαρτυρίας το 2019 στη Χιλή, η μεγαλύτερη εθνική απεργία των τελευταίων δεκαετιών στην Κολομβία (2021) και η κινητοποίηση στους δρόμους της Βραζιλίας ενάντια στην αντιδραστική κυβέρνηση Μπολσονάρο.

Οι εξελίξεις αυτές συμβαδίζουν με τις προηγούμενες επιτυχίες των προοδευτικών δυνάμεων στο Μεξικό, την Αργεντινή, τη Βολιβία, το Περού και την Ονδούρα και βασίζονται στο παράδειγμα της αξιοσημείωτης αντίστασης που επέδειξαν η σοσιαλιστική Κούβα, η σαντινίστικη Νικαράγουα και η μπολιβαριανή Βενεζουέλα, η «τρόικα της τυραννίας», όπως τις αποκάλεσε η προηγούμενη κυβέρνηση Τραμπ, στις ιδιαίτερα δύσκολες συνθήκες στις οποίες βρίσκονται, όντας στο επίκεντρο της αμερικανικής πολιτικής αποσταθεροποίησης, κυρώσεων και αποκλεισμού[3].

Όλες αυτές οι εξελίξεις συμβάλλουν στην επικρατούσα στην αμερικανική υποήπειρο πραγματικότητα της ανάκαμψης των προοδευτικών δυνάμεων από τις επιπτώσεις της γενικής ιμπεριαλιστικής αντεπίθεσης, η οποία είχε διαδεχθεί μιάμιση δεκαετία εντυπωσιακών προόδων σε εθνικό και πολυμερές επίπεδο, ανάκαμψη που συντελείται με απτά αποτελέσματα επί του πρακτέου από το 2015, παρά τα επίμονα πισωγυρίσματα όπως με τη δεξιά στροφή στο Εκουαδόρ, το Ελ Σαλβαδόρ και την Ουρουγουάη, με το πρόσφατο πραξικόπημα στο Περού που οδήγησε στην πτώση της εύθραυστης κυβέρνησης του Πέδρο Καστίγιο, στη σύλληψή του και σε ένα κύμα αντιλαϊκής καταστολής με δεκάδες νεκρούς, που μαρτυρά ωστόσο επίσης τη θαρραλέα αντίσταση του περουβιανού αγροτικού, ιθαγενικού και συνδικαλιστικού κινήματος. Και επίσης στην οπισθοδρόμηση του σχεδίου νέου συντάγματος της Χιλής, το οποίο απορρίφθηκε σε δημοψήφισμα.

Σε αυτά προστίθενται οι δυσκολίες, οι απειλές και οι προκλήσεις που επικρέμονται πάνω από τις περισσότερες προοδευτικές διαδικασίες, από τη Βραζιλία έως την Αργεντινή, από το Μεξικό έως τη Βολιβία. Στο νότιο άκρο της περιοχής, η επιδείνωση της οικονομικής και κοινωνικής κατάστασης της Αργεντινής, με τον υψηλό πληθωρισμό (πάνω από 50% ετησίως) και την αύξηση της φτώχειας, η θεσμική σύγκρουση και η απόπειρα δικαστικού πραξικοπήματος που αντιπροσωπεύει η νομική διαδικασία κατά της Κριστίνα Κίρχνερ, οι διαιρέσεις και οι ασάφειες στο εσωτερικό του Περονισμού και της κυβέρνησης του Αλμπέρτο Φερνάντες απέναντι στις πιέσεις της δεξιάς και του ιμπεριαλισμού, προκαλούν ιδιαίτερη ανησυχία σε μια χρονιά γενικών εκλογών, παραδείγματα των οποίων είναι τα νεοφιλελεύθερα μέτρα που υπερασπίζεται ο επικεφαλής του χαρτοφυλακίου της Οικονομίας, Σέρχιο Μάσα, και η συμφωνία με το ΔΝΤ για ένα νέο δάνειο στο πλαίσιο της επαναδιαπραγμάτευσης του χρέους[4], σε αντίθεση με την πρακτική απόρριψης του ΔΝΤ των προηγούμενων κυβερνήσεων του Κόμματος Δικαιοσύνης (Partido Justicialista) του Νέστορ Κίρχνερ και της Κριστίνα Κίρχνερ, της νυν αντιπροέδρου.

Με αυτή την έννοια, ενώ εκτιμούμε θετικά τις διαδικασίες ανάκαμψης και τις εκλογικές νίκες των προοδευτικών δυνάμεων, ακόμη και σε χώρες που αποτελούσαν επί μακρόν προπύργια της δεξιάς, πρέπει ταυτόχρονα να επισημάνουμε τους περιορισμούς αυτών των διαδικασιών και τις αδυναμίες της επαναστατικής δράσης, εντός του σύνθετου κυρίαρχου πλαισίου της εντατικοποιημένης εκμετάλλευσης της εργασίας (και των φυσικών πόρων), του κοινωνικού κατακερματισμού και της επισφάλειας, μέσα στο υπεραιωνόβιο πλέγμα της ιμπεριαλιστικής αρπαγής. Με ελάχιστες εξαιρέσεις, οι οικονομικές βάσεις της ταξικής κυριαρχίας παραμένουν ανέγγιχτες, σε πολιτικό και κοινωνικό επίπεδο εξακολουθούν να υπάρχουν διαιρέσεις και εμπόδια στην εμβάθυνση της ενότητας της Αριστεράς και των αντιιμπεριαλιστικών δυνάμεων, ενώ η ισχυροποίηση του ταξικού συνδικαλισμού και η οργανική ενίσχυση των κομμουνιστικών και επαναστατικών κομμάτων απέχουν πολύ από το να αποτελούν μια ενιαία κυρίαρχη πραγματικότητα.

Σε αυτό το αντιφατικό πλαίσιο της ανασύνθεσης των δυνάμεων και των παγκόσμιων αλλαγών λαμβάνει χώρα η ανάκαμψη των διαφόρων πολυμερών «κυρίαρχων» διαδικασιών στη Λατινική Αμερική και την Καραϊβική. Η εμφάνισή τους, με φόντο την αποτυχία του αμερικανικού σχεδίου για τη Ζώνη Ελεύθερου Εμπορίου της Αμερικής[5] (FTAA) στη Σύνοδο Κορυφής της Αμερικανικής Ηπείρου στο Μαρ ντελ Πλάτα το 2005, σημάδεψε την αρχή του αιώνα, αποτελώντας πρόκληση για το μονοπώλιο του Οργανισμού Αμερικανικών Κρατών (ΟΑS) και τους μηχανισμούς της αμερικανικής ηγεμονίας.

Αυτό συμβαίνει σε διάφορα επίπεδα, μεταξύ άλλων με την πολιτική και διπλωματική ενίσχυση του αντιιμπεριαλιστικού πυρήνα που σχηματίζεται από την ALBA-TCP[6] (Μπολιβαριανή Συμμαχία για τους Λαούς της Αμερικής Μας – Συνθήκη Εμπορίου των Λαών), την επιβίωση και ανάκαμψη της CELAC (Κοινότητα Κρατών της Λατινικής Αμερικής και της Καραϊβικής) και τη δυνατότητα αναβίωσης της UNASUR (Ένωση Εθνών της Νότιας Αμερικής).

Η ALBA, που ιδρύθηκε το 2004 από την Κούβα και τη Βενεζουέλα, άντεξε την ιμπεριαλιστική ασφυξία, την αποτυχία της προσπάθειας εισαγωγής του περιφερειακού νομίσματος πληρωμών (SUCRE) και την πιο πρόσφατη αποχώρηση του Ισημερινού εξαιτίας της δεξιάς στροφής που προέκυψε από την προδοσία του Λενίν Μορένο το 2017, διαδόχου του Ραφαέλ Κορέα στην ηγεσία της Συμμαχίας PAIS (Patria Altiva i Soberana-Περήφανη και Κυρίαρχη Πατρίδα) και της διαδικασίας «Επανάσταση των Πολιτών» (Revolución Ciudadana), και τώρα αναζωογονείται με την επιστροφή της Βολιβίας μετά την ήττα του πραξικοπήματος που ανέτρεψε τον Έβο Μοράλες, η οποία επισφραγίστηκε με τον θρίαμβο του MAS (Movimiento al Socialismo-Κίνημα για τον Σοσιαλισμό) στις εκλογές του 2020 και την ορκωμοσία του προέδρου Λουίς Άρτσε.

Η επανεκκίνηση της CELAC κατοχυρώθηκε στην 7η Σύνοδο Κορυφής, που πραγματοποιήθηκε τον Ιανουάριο στο Μπουένος Άιρες, με τη συμμετοχή αντιπροσωπειών από τις 33 χώρες του οργανισμού, στις οποίες δεν περιλαμβάνονται οι ΗΠΑ και ο Καναδάς. Η τελική διακήρυξη επιβεβαίωσε την υπεράσπιση της περιοχής ως Ζώνης Ειρήνης, υποστήριξε τον αντιαποικιακό αγώνα του Πουέρτο Ρίκο για ανεξαρτησία και της Αργεντινής για τα νησιά Φόκλαντ. Σύμφωνα με τα λόγια του υπουργού Εξωτερικών της Κούβας Μπρούνο Ροντρίγκεζ, ήταν μια ιστορική σύνοδος κορυφής «για τη συνέχιση της διαδικασίας αναζωογόνησης, στην οποία το Μεξικό έδωσε σημαντική ώθηση, η Αργεντινή συνέχισε και η οποία βρίσκεται πλέον στα χέρια της Καραϊβικής (…) υπό την ηγεσία του Αγίου Βικεντίου και των Γρεναδίνων», που ανέλαβε την εκ περιτροπής προεδρία της CELAC.

Η ταυτόχρονη ανακοίνωση, τον Απρίλιο, της επιστροφής της Βραζιλίας και της Αργεντινής στην UNASUR και η πιθανή αναβίωσή της εντάσσεται σε αυτή την προοπτική ενίσχυσης των χώρων πολυμερούς συνεργασίας στην περιοχή. Υπενθυμίζεται ότι κατά τη διάρκεια της προεδρίας του Μπολσονάρου, η Βραζιλία αποχώρησε από την UNASUR το 2019 και από την CELAC το 2020 (αλλά όχι από τους BRICS, παρά τις πιέσεις του Τραμπ).

Στο πλαίσιο της MERCOSUR, οι πρόεδροι Λούλα και Φερνάντες συμφώνησαν να επανεκκινήσουν τη διαδικασία ολοκλήρωσης μεταξύ των δύο χωρών (ταυτόχρονα, ο Λούλα υπερασπίστηκε την αναθεώρηση της συμφωνίας MERCOSUR-ΕΕ που έκλεισε το 2019, με σκοπό την εφαρμογή της).

Πολυποίκιλες διεργασίες, που έρχονται σε αντίθεση με το φιάσκο της Συνόδου Κορυφής της Αμερικανικής Ηπείρου, που φιλοξενήθηκε από τον Μπάιντεν στο Λος Άντζελες (2022) και σημαδεύτηκε από τον αποκλεισμό της Κούβας, της Βενεζουέλας, της Νικαράγουας και μια σειρά απουσιών με επικεφαλής τον πρόεδρο του Μεξικού Λόπες Ομπραδόρ, τη συνεχιζόμενη κρίση του ΟΑS και την απαξίωση του γενικού γραμματέα του, Αλμάγκρο, και τη σιωπηρή διάλυση της Ομάδας της Λίμα (που δημιουργήθηκε γύρω από την αποτυχημένη επιχείρηση «Γκουαϊδό» για την κατάληψη της εξουσίας στη Βενεζουέλα)…

Υπό αυτές τις συνθήκες και με στοιχεία συνάρθρωσης, λαμβάνει χώρα στη Λατινική Αμερική μια άλλη εκτεταμένη διαδικασία, κατά της οποίας δεν έχει βρεθεί ακόμη αντίδοτο στην Ουάσινγκτον – η αύξηση των σχέσεων με την Κίνα, με επίκεντρο το εμπόριο και την οικονομία. Πρέπει να σημειωθεί ότι η ασιατική χώρα είναι ήδη ο μεγαλύτερος εμπορικός εταίρος της Νότιας Αμερικής και ο 2ος της Λατινικής Αμερικής (μετά τις ΗΠΑ), με όγκο εμπορίου 450 δισ. δολάρια το 2021, που αναμένεται να φτάσει τα 700 δισ. δολάρια το 2035. Το Φόρουμ Κίνας- CELAC είναι πλέον πραγματικότητα και στο σχέδιο του Νέου Δρόμου του Μεταξιού, το οποίο προωθείται από το Πεκίνο, έχουν ήδη προσχωρήσει 20 χώρες της Λατινικής Αμερικής. Πρόσφατα, η πρόεδρος της Ονδούρας Σιομάρα Κάστρο ανακοίνωσε την εγκαθίδρυση διπλωματικών σχέσεων με την Κίνα και τη συνακόλουθη ρήξη με την Ταϊβάν[7]. Πρέπει να σημειωθεί ότι η Βενεζουέλα είναι ο μεγαλύτερος αποδέκτης πιστώσεων της Κίνας στη Λατινική Αμερική. Η ανακοίνωση της συμφωνίας μεταξύ της Κίνας και της Βραζιλίας για τη χρήση των αντίστοιχων νομισμάτων τους στο εμπόριο έχει στρατηγική σημασία, καθώς πρόκειται για δύο μέλη των BRICS (ενώ το Μεξικό και η Αργεντινή έχουν δηλώσει την επιθυμία τους να ενταχθούν στον οργανισμό που αντιπροσωπεύει το 41% του παγκόσμιου πληθυσμού και περίπου το 25% του ΑΕΠ[8]).

Η ανάκαμψη των πολυμερών χώρων της Λατινικής Αμερικής, η δυναμική των σχέσεων με την Κίνα, η ενδυνάμωση των BRICS και η προοπτική διεύρυνσής τους, ενισχύουν, κατά τρόπο μη γραμμικό, τις τάσεις και τη δυναμική της συνεργασίας “Νότου-Νότου”, οι οποίες έχουν γίνει πιο επείγουσες σε συνθήκες οξείας διεθνούς κρίσης, πολλαπλασιασμού των αυθαίρετων μηχανισμών κυρώσεων εξωεδαφικού χαρακτήρα και εμβάθυνσης της δομικής καπιταλιστικής κρίσης. Υπάρχουν σχέδια εκμετάλλευσης και βιομηχανοποίησης ορυκτών πόρων που είναι στρατηγικής σημασίας για την ανάπτυξη και την κοινωνική πρόοδο της περιοχής, όπως το λίθιο στη Βολιβία και το Μεξικό, μεταξύ άλλων, και το διάταγμα για την εθνικοποίηση του λιθίου στο Μεξικό, που υπέγραψε ο Λόπες Ομπραδόρ.

Αντιμέτωπες με πρωτοφανείς προκλήσεις, οι ΗΠΑ δεν εγκαταλείπουν το αναχρονιστικό Δόγμα Μονρόε και αποδύονται στη στρατιωτική ισχύ. Η στρατηγός Λόρα Ρίτσαρντσον, επικεφαλής της Νότιας Διοίκησης του Πενταγώνου, έχει δηλώσει ρητά ότι οι ΗΠΑ έχουν στραμμένο το βλέμμα τους στους στρατηγικούς πόρους της περιοχής, όπως οι σπάνιες γαίες και το λίθιο. Νωρίτερα, δήλωσε ότι η Ουάσινγκτον πρέπει να περιορίσει την προώθηση του Νέου Δρόμου του Μεταξιού στη Νότια Αμερική. Προσπαθώντας να αγκιστρωθεί στην οικονομική ηγεμονία, ο Μπάιντεν προβάλλει τη Συμμαχία για την Οικονομική Ευημερία στην Αμερική και δοκιμάζει να επεκτείνει το μοντέλο της συμφωνίας επαναδιαπραγμάτευσης της NAFTA (Συμφωνία ΗΠΑ-Μεξικού-Καναδά-USMCA ή T-MEC ισπανικά) σε διμερές επίπεδο, που οριστικοποιήθηκε από την προηγούμενη κυβέρνηση. Στην πραγματικότητα, η στρατηγική της Ουάσινγκτον δεν έχει ανακάμψει από την πανωλεθρία που υπέστη η FTAA. Ιδιαίτερα σοβαρές είναι οι απειλές των κύκλων εξουσίας του αμερικανικού ιμπεριαλισμού για στρατιωτική επέμβαση στο Μεξικό, με το πρόσχημα της καταπολέμησης των καρτέλ ναρκωτικών, στο πλαίσιο της πρότασης για την ανακήρυξή τους σε τρομοκρατικές οργανώσεις, και ήταν επιβεβλημένη η απάντηση του Μεξικανού προέδρου και των εκατοντάδων χιλιάδων διαδηλωτών που γέμισαν την πλατεία Zόκαλο στις 18 Μαρτίου για την υπεράσπιση της εθνικής ανεξαρτησίας και κυριαρχίας, της δημοκρατίας και της κοινωνικής δικαιοσύνης.

Σε έναν κόσμο σε αναταραχή, όπου οι παράγοντες της αβεβαιότητας και η όξυνση και η διεθνής προέκταση της ταξικής πάλης είναι υψίστης σημασίας, η Λατινική Αμερική βρίσκεται σε ένα νέο σταυροδρόμι. Είναι σημαντικό να σημειωθεί ότι η περιοχή συνεχίζει να βρίσκεται στην κορυφή των παγκόσμιων δεικτών ανισότητας και ότι η φτώχεια αυξήθηκε στο 32,3% του πληθυσμού το 2021, ενώ ο ρυθμός οικονομικής ανάπτυξης (3,7%) μειώθηκε σχεδόν στο μισό το 2022. Η ευνοϊκή εξέλιξη του συσχετισμού δυνάμεων τα τελευταία χρόνια δεν αναιρεί τις απειλές του νεοφασιστικού ρεβανσισμού, όπως έδειξε η πραξικοπηματική επίθεση στην κυβερνητική έδρα της Βραζιλίας με τη σύμπραξη του στρατού, μόλις μια εβδομάδα μετά την ανάληψη των καθηκόντων του Λούλα. Εκμεταλλευόμενη το πραξικόπημα της δεξιάς στο Περού, η ευρωπαϊκή-αμερικανική ακροδεξιά συναντήθηκε στη Λίμα στο λεγόμενο 2ο Φόρουμ της Μαδρίτης, βάλλοντας κατά του Φόρουμ του Σάο Πάολο και των προοδευτικών κυβερνήσεων. Στη Βραζιλία, και στη Λατινική Αμερική γενικότερα, αυτοί είναι κίνδυνοι που δεν πρέπει να υποτιμηθούν.

Σε αυτόν τον μεγάλο αγώνα, η οικοδόμηση ενός καλύτερου μέλλοντος και οι βαθιές λαϊκές προσδοκίες για χειραφέτηση δεν είναι συμβατές με τη διατήρηση ενός μοντέλου εξάρτησης και των δεσμών της υπανάπτυξης στη Λατινική Αμερική, που βασίζεται στην εξουσία των ολιγαρχιών και την κυριαρχία του αμερικανικού ιμπεριαλισμού.

 

 

[1] Χάρη σε μια διαστροφική, δια νόμου κατοχυρωμένη διαδικασία εσωτερικών «προκριματικών εκλογών», ο κομμουνιστής υποψήφιος Ντανιέλ Χάντουε ηττήθηκε τελικά (από τον Μπόριτς) σε ανοικτές εκλογές με την αποφασιστική ψήφο του δεξιού εκλογικού σώματος.

[2] Στην κυβέρνηση του Λούλα, η Λουτσιάνα Σάντος, πρόεδρος του Κομμουνιστικού Κόμματος Βραζιλίας (PCdoB), είναι υπουργός Επιστήμης, Τεχνολογίας και Καινοτομίας. Στη Χιλή, η κομμουνίστρια πρώην βουλευτής Καμίλα Βαγιέχο είναι υπουργός της γενικής γραμματείας της κυβέρνησης Μπόριτς, ενώ το Κομμουνιστικό Κόμμα της Χιλής (PCCh) κατέχει επίσης τα χαρτοφυλάκια Εργασίας με την Τζενέτ Χάρα  και Επιστημών με τον Φλάβιο Σαλαθάρ. Στην Κολομβία, η κομμουνίστρια και συνδικαλίστρια ηγέτης Γκλόρια Ίνες είναι υπουργός Εργασίας σε μια ευρεία εθνική κυβέρνηση που περιλαμβάνει εκπροσώπους των κυριότερων δεξιών κομμάτων.

[3] Την ίδια στιγμή, οι καταστροφικές συνέπειες της ιμπεριαλιστικής επίθεσης και του αποκλεισμού, ιδιαίτερα κατά της Κούβας και της Βενεζουέλας, δεν μπορούν να αγνοηθούν. Η παγκόσμια ύφεση που συνδέεται με τον Covid σήμανε πτώση του ΑΕΠ της Κούβας κατά 11%, επιδεινώνοντας τις δυσκολίες της τρέχουσας κατάστασης, στην οποία τα διαρθρωτικά οικονομικά προβλήματα επιβαρύνονται από τις επιπτώσεις των φυσικών και τεχνολογικών καταστροφών και τα προβλήματα της διαδικασίας νομισματικής ενοποίησης. Στην περίπτωση της Βενεζουέλας, αρκεί να θυμηθούμε ότι η χώρα, η οποία διαθέτει τα μεγαλύτερα αποθέματα αργού πετρελαίου στον κόσμο, έχει χάσει πάνω από το 90% των πετρελαϊκών εσόδων της και έχει υποστεί συρρίκνωση του ΑΕΠ κατά 80% μεταξύ 2014 και 2020, με σοβαρές κοινωνικές και πολιτικές επιπτώσεις.

[4] Το χρέος της Αργεντινής εκτινάχθηκε κατά τη διάρκεια των τεσσάρων ετών της δεξιάς κυβέρνησης Μάκρι (2015-2019), ιδίως λόγω των 44 δισεκατομμυρίων δολαρίων που δανείστηκε από το ΔΝΤ για ποσό δανείου ύψους 50 δισεκατομμυρίων δολαρίων.

[5] Free Trade Area of the Americas (FTAA) ή Área de Livre Comércio das Américas (ALCA).

[6] Σήμερα περιλαμβάνει την Κούβα, τη Βενεζουέλα, τη Βολιβία, τη Νικαράγουα και τα κράτη της Καραϊβικής Ντομίνικα, Αντίγκουα και Μπαρμπούντα, Άγιος Βικέντιος και Γρεναδίνες, Γρενάδα και Άγιος Χριστόφορος και Νέβις.

[7] Πρόκειται για μια απόφαση με διπλή σημασία σε μια χώρα που φιλοξενεί τρεις αμερικανικές στρατιωτικές βάσεις. Υπενθυμίζεται ότι ο σύζυγος της Σιομάρα Κάστρο, ο πρώην πρόεδρος Ζελάγια, ανατράπηκε το 2009 με πραξικόπημα που ενορχήστρωσαν οι ΗΠΑ.

[8] Επισήμως, οι BRICS ξεπέρασαν το ΑΕΠ των G7, αν εκτιμηθεί σε ισοτιμία αγοραστικής δύναμης, αυξάνοντας το βάρος τους στο 31,5% του παγκόσμιου προϊόντος, έναντι 30% των G7. https://www.silkroadbriefing.com/news/2023/03/27/the-brics-has-overtaken-the-g7-in-global-gdp/.

 

 

Μοιραστείτε το άρθρο